Η εξαετής, πλέον, κοινωνική και πολιτική κρίση που βιώνει η πατρίδα μας φέρνει, μεταξύ άλλων, στο προσκήνιο το ρόλο των πολιτικών παρατάξεων της χώρας και τι αυτές προτείνουν για την ανόρθωση του τόπου. Οι έννοιες πρέπει να επαναθεμελιωθούν και οι πολιτικές παρατάξεις να ορίσουν, στο βαθμό που μπορούν, ξανά, την παρουσία τους στην πολιτική ζωή του τόπου με διακριτές, εναλλακτικές προτάσεις. Η ανάγκη αυτή καθίσταται απαραίτητη λόγω της αβεβαιότητας και του αποπροσανατολισμού των συμπατριωτών μας καθώς η ασυνέπεια των κομμάτων ενίσχυσε, έτι περαιτέρω, τη σύγχυση περί τα ιδεολογικά.
Οι προτεραιότητες των πολιτικών παρατάξεων μαρτυρούν ποιαν ερμηνεία δίνουν στην παρούσα συγκυρία και ποιες προοπτικές διαφαίνονται μέσα από τη συγκεκριμένη ανάγνωση, τόσο για την πατρίδα όσο και για τις ίδιες…
Πιο συγκεκριμένα, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, διαχρονικά, γενικότερα αλλά και ειδικότερα με την οικονομική κρίση, πιστοποίησε την ανικανότητα διακριτής πολιτικής παρουσίας. Η αμφισημία ιδεολογικής ταυτότητας και εξ’ αυτής πολιτικών προτεραιοτήτων ορατή. Έλλειψη διαφοροποιημένων προτάσεων από τον αντίπαλο πόλο, παντού. Παιδεία, Δικαιοσύνη, Εθνική Άμυνα, Εξωτερική Πολιτική, Κοινωνική Ασφάλιση.
Μια παράταξη που ταυτίστηκε σε όλα με το ΠΑΣΟΚ: αποεθνικοποιημένος λόγος, δουλική υποτέλεια στο «ευρωπαϊκό όραμα», παρασιτική οικονομία με συνεχή υπερδανεισμό, συνεχείς νομιμοποιήσεις λαθρομεταναστών, πρόστυχος οικονομισμός, διαιώνιση της εξάρτησης, αφελληνισμός της Παιδείας, εξαφάνιση συλλογικού ήθους, υποβάθμιση του πολιτισμού και της αισθητικής των Ελλήνων, τρόπος ζωής (κοσμικό life style) και νοοτροπία υπονομευτικά της οικογένειας. Η Νέα Δημοκρατία απέτυχε να διαφοροποιηθεί τόσο πολιτικά όσο και οργανωτικά (πολιτική Ε. Αβέρωφ ) από τον αντίπαλο πόλο.
Το πρόβλημα της απήχησης της Νέας Δημοκρατίας πιστοποιείται εύκολα: 3.359.682 ψηφοφόροι το 2004, 2.994.979 το 2009, 2.295.719 τον Ιούνιο του 2012, 1.825.637 τον Ιανουάριο του 2015 και 1.526.205 τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Η έλλειψη σαφούς ιδεολογικού στίγματος εκκινείται από δύο αφετηρίες. Αφ’ ενός η νομιμοποίηση του ΚΚΕ και το δημοψήφισμα για το πολιτειακό στέρησαν δύο σταθερές για το συντηρητικό χώρο. Αφ’ ετέρου ο προσωποπαγής χαρακτήρας της ΝΔ υπό τον Κ. Καραμανλή, γεγονός που δεν επέτρεψε την αναζήτηση σαφούς ταυτότητας. Η τάση του Κ. Καραμανλή προς δράση, όχι προς θεωρητικές αναζητήσεις, οι δύσκολες περιστάσεις στις οποίες ανέλαβε, το γεγονός ότι σαφή ιδεολογική ταυτότητα θα περιόριζε και θα δέσμευε τον αρχηγό του νέου κόμματος, ο οποίος στόχευε σε ένα ρόλο υπερκομματικού «εθνάρχη» μπορούν να αναφερθούν ως αιτίες. Οι δε αναφερόμενες ιδρυτικές αρχές του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού, ριζοσπαστικού ώστε να συμπορεύεται με την προοδευτική φρασεολογία της εποχής, περιγράφουν, καλύτερα, τον προσωπικό τρόπο διακυβέρνησης (καθαρά διαχειριστικό) του Κ. Καραμανλή παρά αποτελούν οδηγό προς σαφή κατεύθυνση. Οι κατά καιρούς τοποθετήσεις περί καραμανλισμού, κοινωνικού κέντρου (και μεταρρυθμιστικού εσχάτως), κοινωνικού φιλελευθερισμού αποτελούν, περισσότερο, απόδειξη της φιλοδοξίας των εκάστοτε αρχηγών να αφήσουν την δική τους πολιτική παρακαταθήκη(;) παρά να διασαφηνίσουν την ταυτότητα του κόμματος.
Πιο συγκεκριμένα, άνοδος του Κ. Σημίτη στη προεδρία του ΠΑΣΟΚ και η συνακόλουθη αλλαγή σε σειρά πολιτικών θέσεων (οικονομικών και αξιακών) διεύρυνε την απήχηση του κόμματος με φιλελεύθερους ψηφοφόρους. Από την άλλη πλευρά, οι ήττες της ΝΔ το 1993 και το 1996 ταυτίστηκαν, από πολλούς, με την απόρριψη της νεοφιλελεύθερης και λαικοδεξιάς τάσης αντίστοιχα. Ο νεοεκλεγείς Κ. Καραμανλής αντί να προσπαθήσει να διασαφηνίσει ποιες είναι οι τάσεις εντός του κόμματος και με την πολυτέλεια του χρόνου να εγκαινιάσει έναν ουσιαστικό διάλογο για την ταυτότητα της ΝΔ, θεωρώντας ότι έπρεπε να αντιγράψει την πολιτική Σημίτη, έκανε άλμα προς τα εμπρός και υπό την απατηλή αίσθηση του «νέου ξεκινήματος», της «νέας αρχής» οδήγησε το κόμμα στην κυνήγι του μεσαίου χώρου…
Η επιλογή φαινόταν να δικαιώνει τον πρόεδρο της ΝΔ εφ’όσον το κόμμα επικράτησε, όντας αντιπολίτευση, σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από τις Δημαρχιακές-Νομαρχιακές, το 1998, μέχρι και τις εθνικές εκλογές τον Απρίλιο του 2004 με μόνη εξαίρεση την οριακή ήττα του 2000. Η επίπλαστη ευημερία και η σταδιακή αποξένωση από το ΠΑΣΟΚ εκλήφθησαν ως δικαίωση του μεσαίου χώρου…
Η διαδικασία ασαφούς ταυτότητας ενισχύθηκε και από τις διεθνείς εξελίξεις τη δεκαετία του 1990. Η πίστη, στο Δυτικό Κόσμο, περί Τέλους της Ιστορίας, περί Τρίτου Δρόμου και μιας σύγκλισης γύρω από την ελεύθερη αγορά καθώς και η επικράτηση μιας ομοιογένειας στα προϊόντα λαϊκής κουλτούρας στη Δύση κάνουν το αποϊδεοληγικοποιημενό Κέντρο να φαντάζει σαν ιστορική νομοτέλεια αποτελώντας, παράλληλα, αντικίνητρο για παραγωγή αυτόχθονης πολιτικής σκέψης, είτε αριστερής, είτε συντηρητικής. Νοοτροπία, η οποία επικράτησε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στην Ελλάδα. Από τη μία, η, χωρίς ιδεολογικό έρμα, ΝΔ και ένα αδίστακτο ΠΑΣΟΚ έτοιμο για οποιαδήποτε ιδεολογική αβαρία από την άλλη. Η οκταετία Σημίτη και ο εύκολος δανεισμός θεμελίωσαν τη νέα πολιτική θεολογία του Μεσαίου Χώρου. Νέες μορφές διακυβέρνησης (Ανεξάρτητες Αρχές) και υπερεθνικές δομές, χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση, αντιμετωπίστηκαν ως αμετάκλητες.
Η Φύση της Συναίνεσης
Η παρουσιαζόμενη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων είναι ψευδής. Δεν είναι προϊόν διαλόγου, πολεμικής επιχειρημάτων, επίπονων, μακροχρόνιων κοινωνικών διεργασιών αλλά άνωθεν επιβαλλόμενη αλήθεια, η αυταπόδεικτη αξία της οποίας αποθαρρύνει κάθε διάλογο. Ο λαός παύει να είναι το πολιτικό υποκείμενο, το σημείο αναφοράς. Συναίνεση που συνοδεύεται με αδίστακτα μέσα επιβολής οποιουδήποτε ξεφεύγει από τα όρια της πολιτικής ορθότητας. Ο διάλογος ακυρώνεται. Ο μεσαίος χώρος αναγορεύεται ως το Παρόν και το Μέλλον. Όποιος τάσσεται εναντίον θέτει εαυτόν εκτός του δημοσίου διαλόγου και της προόδου. Ο εθνικός, λαϊκός πόλος απονομιμοποιημένος και συκοφαντημένος από τις ελίτ, καταφεύγει στο λαϊκισμό πράγμα που νομιμοποιεί την ανάγκη σοβαρής, συνετής φιλοευρωπαϊκής διακυβέρνησης… Η απουσία συγκροτημένου λαϊκού, συντηρητικού πολιτικού λόγου εμφανής.
Η πολιτική είναι αγώνας, ανταλλαγή επιχειρημάτων, κοινωνίες που βγαίνουν στους δρόμους, σύγκρουση συμφερόντων. Αφορά τη ζωή ανθρώπων και για αυτό πρέπει να είναι συγκρουσιακή. Η απουσία σύγκρουσης, ιδεολογικής αντιπαράθεσης, η άνωθεν επιβαλλόμενη συναίνεση απονεκρώνουν την κοινωνία, αποθαρρύνουν τη συμμετοχή, ευνοούν τον αναχωρητισμό. Οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί απονομιμοποιούνται στη συνείδηση της κοινωνίας. Η δε έννοια του Μεσαίου Χώρου ανδρώθηκε μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα ανυπαρξίας επιχειρημάτων. Η απουσία ιδεολογικής σύγκρουσης και εναλλακτικών προτεραιοτήτων και η ομογενοποίηση των προτάσεων των κυρίαρχων κομμάτων δημιούργησε τη λανθασμένη εντύπωση στον ψηφοφόρο ότι εφ’όσον τα κόμματα μιλάνε την ίδια γλώσσα και, ταυτόχρονα, διακηρύσσουν διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές (ειδικά στις προεκλογικές περιόδους) τότε δεν υπάρχει καμιά διαφορά στις ιδεολογίες και ότι αυτές ευαγγελίζονται… Εμφανής η ατιμία των κυβερνητικών κομμάτων: Από τη μια πολιτεύονται με ιδεολογικό πρόσημο τονίζοντας τις διαφορές μεταξύ τους, και από την άλλη ομονοούν σχεδόν στα πάντα…
Η δε εμμονή στο Κέντρο ως ο χώρος της μετριοπάθειας, του πολιτικού πολιτισμού, της σεμνότητας και άλλα χαριτωμένα αποτελεί λεοντή για να καλύψει την ιδεολογική γύμνια του κόμματος. Μεσαίος Χώρος ή Κέντρο, όπως νοηματοδοτήθηκε τα τελευταία χρόνια και όχι όπως ιστορικά μπορεί να εντοπισθεί στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου, είναι η συναίνεση σε όλες τις παθογένειες στις οποίες η ΝΔ δεν αντέδρασε και δεν προσέφερε εναλλακτική λύση. Μεσαίος Χώρος είναι ο Μεγάλος Συνασπισμός ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ο οποίος κυβερνά την Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Μεσαίος Χώρος σημαίνει ότι κατέστρεψε, κοινή συναινέσει ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, την Ελλάδα. Κέντρο είναι η διαιώνιση της παρακμής…
Ταυτότητα Μεσαίου Χώρου
Κύριο στοιχείο του εν λόγω χώρου είναι η προσέγγιση των ζητημάτων ως πρακτικών προβλημάτων με έμφαση στην αποτελεσματικότητα, efficiency, όρος οικονομικός άρα χωρίς αξιακές, και ηθικές αναφορές. Τα προβλήματα είναι αποκομμένα από την κοινωνία, ωσάν να βρίσκονται σε εργαστήριο, η απάντηση στα οποία είναι η, αξιακά ουδέτερη, τεχνοκρατική λύση. Ο κίνδυνος από μια τέτοια προσέγγιση είναι ο εξοβελισμός της ηθικής και της αναζήτησης του σωστού και του λάθους από τον δημόσιο διάλογο. Δεν υπάρχει μια σταθερά για το τι συνιστά σωστό-λάθος, ηθικό-ανήθικο. Αυτά ορίζονται ανάλογα με τα συμφέροντα κάθε πικραμένης αυτοπαρουσιαζόμενης ως καταπιεσμένης μειονότητας…
Υπάρχουν, σαφώς, τεχνικής φύσεως ζητήματα τα οποία δεν επιδέχονται λύσεως βάσει ιδεολογίας ή συγκεκριμένης ηθικής στάσης. Αλλά, υπάρχουν και άλλα, τα πιο σημαντικά η επίλυση των οποίων επιβάλλει μια κυβέρνηση να καθοδηγείται από μια αρχή, αρχή συγκεκριμένη. Εθνική ή πολυπολιτισμική κοινωνία; «Γάμος» μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών και υιοθεσία παιδιών από αυτά. Ευθανασία. Θανατική ποινή. Εκτρώσεις. Θέση της Εκκλησίας στην κοινωνία. Καύση νεκρών. Στα παραπάνω ζητήματα δεν βρίσκουν εφαρμογή τεχνοκρατικές λύσεις… Οι προτεραιότητες της εκάστοτε κυβέρνησης απορρέουν από συγκεκριμένες ιδέες, αρχές. Χωρίς οδηγό μια σαφή ταυτότητα η όποια πολιτική εφαρμόζεται λειτουργεί μέσα στην αβεβαιότητα και εκφυλίζεται σε ημίμετρα.
Παράλληλα, η έμφαση σε συγκριμένες αρχές και η αποδοχή ότι αυτές συνεπάγονται θεωρείται βαρίδι και αναχρονισμός. Σύμφωνα με τον τότε ( 2002) Γραμματέα της ΝΔ Ε. Μειμαράκη μεσαίος χώρος είναι ο χώρος « στον οποίο συναντώνται όλοι εκείνοι οι πολίτες που από καιρό έχουν εγκαταλείψει τις πολιτικές αγκυλώσεις και περιχαρακώσεις.» Ο ψηφοφόρος μεσαίου χώρου, σύμφωνα με τον Γιώργο Λούλη «…θέλει χαμηλούς τόνους, απορρίπτει την οξύτητα, απεχθάνεται την παρελθοντολογία και ό,τι παραπέμπει σε διχαστικές νοοτροπίες. Θέλει κυβερνήσεις που να προτάσσουν την καθημερινότητα, που να δίνουν πρακτικές λύσεις μακριά από ιδεολογικές αγκυλώσεις, και που να είναι ταυτόχρονα αποτελεσματικές και κοινωνικά ευαίσθητες.» (Μεσαίος Χώρος και «Σκληρό Ροκ», Απρίλιος 2002 ). Παρομοίως, σύμφωνα με τον Α. Ανδριανόπουλο η διεκδίκηση του μεσαίου χώρου «λογικά θα πρέπει να σημαίνει προσέγγιση των μετριοπαθών ψηφοφόρων του κέντρου που δεν συμμερίζονται τις όποιες ιδεολογικά φορτισμένες και σχετικά ακραίες αντιλήψεις των άκρων.» ( Η ΝΔ, η Αριστερά και ο ‘μεσαίος χώρος’, 2003). Τέλος, ο Κ. Καραμανλής σε συνέντευξη τον Απρίλιο του 2000, επισήμανε πως « Μεσαίος χώρος είναι να είσαι μακριά από δογματισμούς, μακριά από ακρότητες, μακριά από υπερβολές. Να μην έχεις προκαταλήψεις που να πηγάζουν από το παρελθόν »
Η επίκληση των ιδεολογικών αγκυλώσεων, των δογματισμών, των υπερβολών, των ιδεολογικά φορτισμένων αντιλήψεων ( υπαρκτών σε ένα βαθμό) χρησιμοποιούνται για να ακυρώσουν και να απονομιμοποιήσουν τον διάλογο και να επιβάλλουν αυτολογοκρισία. Η μακροπρόθεσμη συνέπεια αυτής της προσέγγισης, φυσικά, είναι η συσσώρευση απογοήτευσης και η έκρηξη σε ανύποπτη χρονική στιγμή.
Συναφή με την έννοια του μεσαίου χώρου είναι η στρατηγική της τριγωνοποίησης, εργαλείο του συμβούλου του Bill Clinton, Dick Morris στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Σύμφωνα με την εν λόγω προσέγγιση απορρίπτεται η γραμμική, μονοδιάστατη κίνηση των κομμάτων στον άξονα Δεξιά – Αριστερά. Εναλλακτικά, το κόμμα θα πρέπει να τοποθετείται στην κορυφή ενός τριγώνου ( άρα και τριγωνοποίηση) με τις δύο άλλες γωνίες να καταλαμβάνονται από την Δεξιά και την Αριστερά. Όντας στην κορυφή του τριγώνου το εκάστοτε κόμμα θα μπορεί να επιλέγει την καταλληλότερη, κατά περίπτωση, λύση από ολόκληρο το φάσμα δεξιών και αριστερών πολιτικών. Η ΝΔ υπό τον Κ. Καραμανλή προσπάθησε να συνθέσει πιο φιλελεύθερες οικονομικές προτάσεις με ευαισθησία σε ζητήματα κοινωνικής πολιτικής ώστε να βρίσκεται στην πλεονεκτική θέση να επιτίθεται στο ΠΑΣΟΚ και από τα αριστερά στα κοινωνικά θέματα και από τα δεξιά στην οικονομική πολιτική.
Αν και σε συγκεκριμένα, τεχνικής φύσης, ζητήματα αυτή είναι η ενδεδειγμένη στάση, το πρόβλημα με αυτήν την προσέγγιση είναι ότι όταν επιλέγεται μια πολιτική δεν είναι δυνατόν να περιορίζεται μόνον εκεί όπου εφαρμόζεται χωρίς να υπάρχουν παρενέργειες σε άλλους τομείς της κοινωνίας. Μια πολιτική ιδιωτικοποιήσεων με έμφαση στην ατομική πρωτοβουλία μοιραία θα έχει συνέπειες σε πληθώρα άλλων ζητημάτων ( εκτρώσεις, νομιμοποίηση λαθρομεταναστών, ικανοποίηση πάσης φύσεως αιτημάτων από πάσης φύσεως μειονότητες). Ατομική ελευθερία στην οικονομία μοιραία σημαίνει ελευθεριότητα παντού… Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν την αλληλουχία και τον ενιαίο χαρακτήρα της κοινωνίας πριν αποφασίσει να εφαρμόζει διαφορετικές πολιτικές από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες μόνο και μόνο επειδή φαντάζουν πιο αποτελεσματικές.
Αποτέλεσμα της απουσίας συγκεκριμένης ταυτότητας είναι το κόμμα της ΝΔ να βολοδέρνει μεταξύ ενός ξενόφερτου φιλελευθερισμού χωρίς αναφορές στα βιώματα και στις ιστορικές εμπειρίες των Ελλήνων, ενός μεσαιοχωρήτικου καραμανλισμού και περιστασιακών εκρήξεων αντιαισθητικής διχαστικής ρητορικής τύπου Α. Γεωργιάδη, διχαστική ρητορική που προσπαθεί, δήθεν, να εκφράσει συντηρητικές αρχές και αξίες και καταλήγει να τις γελοιοποιεί και να τις ακυρώνει. Αλλά ακόμα και αν η ιδεολογία θεωρηθεί πολυτέλεια και επικρατήσει μια καθαρά διαχειριστική λογική, ακόμα και εκεί η ΝΔ απέτυχε παταγωδώς. Υποσχέσεις για πιο «αποτελεσματική διακυβέρνηση», επανίδρυσης του κράτους και τα συναφή συνιστούσαν παραλλαγές πάνω σε μια δομή την οποία είχε φιλοτεχνήσει άλλος, το ΠΑΣΟΚ, δομή την οποία η ΝΔ, απουσία ιδίας ιδεολογικής ταυτότητας και εναλλακτικής πολιτικής, ενστερνίστηκε πλήρως. Η απόρριψη του καιροσκοπικού μεσαίου χώρου, ενός μεταπρατικού πολτού με κέντρο τον οικονομισμό και μόνον καθιστά επιτακτική την ανάγκη διασαφήνισης της ταυτότητας μιας λαϊκής, συντηρητικής παράταξης.
Οι προτάσεις προς άρση του αδιεξόδου πολλές και επιφανειακές. Εκσυγχρονισμός πολιτικού λόγου, υιοθέτηση σύγχρονων «ευρωπαϊκών πρακτικών», ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, καθορισμός θητειών για τα κομματικά στελέχη δεν μπαίνουν στην ουσία του ζητήματος. Παράλληλα, στόχος των μονότονων εκκλήσεων για ενότητα έχουν ως μοναδικό σκοπό την κατάληψη της εξουσίας, όχι την αποσαφήνιση ιδεολογικής ταυτότητας. Η νοοτροπία συγκόλλησης προσωποπαγών ομάδων και οι μεταξύ τους συμφωνίες δεν εξασφαλίζουν, όπως υποστηρίζεται, την μεγαλύτερη δυνατή αντιπροσωπευτικότητα. Αντίθετα, περιορίζουν την προβληματική σε διαμοιρασμό αξιωμάτων προτού τεθούν επί τάπητος οι ιδεολογικές προϋποθέσεις του εγχειρήματος. Η εμμονή να εκλεγεί ως ηγέτης αυτός, ο οποίος θα καταφέρει να νικήσει τον κ. Τσίπρα μαρτυρά ότι οι σκέψεις των στελεχών περιορίζονται στην κατάληψη εξουσίας και μόνο…
Η ιδεολογική ταυτότητα, αναχρονισμός λόγω της ( φαινομενικής ) έλευσης του Τέλους της Ιστορίας αντικαταστάθηκε από επικοινωνιακά τεχνάσματα. Ανασχηματισμοί, συνεντεύξεις, συμβολικές επισκέψεις, ατάκες, ευφυολογήματα προς επίτευξη εφήμερων επιτυχιών όρισαν την παρουσία των κομμάτων, και της ΝΔ, στο δημόσιο χώρο. Η πολιτική υποβαθμίζεται σε πολιτικό προϊόν. Η απουσία στρατηγικής (όραμα βασισμένο σε συγκριμένα προτάγματα) δεν υποκαθίσταται από επικοινωνιακούς τακτικισμούς. Η επικοινωνιακή τακτική αποκτά νόημα, μόνο, ως τμήμα ευρύτερης, με ιδεολογικό πρόσημο, πολιτικής παρουσίας.
Εποχή Κρίσης
Η λογική του «μεσαίου χώρου», είναι κατανοητή σε εποχές κοινωνικής στασιμότητας και οικονομικής ευημερίας. Καταρρέει, όμως, σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας και απαξίωσης των θεσμών. Το εκλογικό σώμα είναι ρευστό και η πολιτική γεωγραφία αλλάζει.
Σε εποχές σαν τη σημερινή οι πολίτες δεν αναζητούν πολιτική ορθότητα αλλά την ρήξη με την υπάρχουσα κατάσταση. Καθαρά πολιτικά προγράμματα, βάσει συγκεκριμένων ιδεολογικών αρχών και προτεραιοτήτων, διευκολύνουν τους αναποφάσιστους συμπατριώτες μας να αποφασίσουν προς ποια κατεύθυνση θέλουν να πάει η πατρίδα μας. Οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι δεν αρνούνται την ανταλλαγή επιχειρημάτων και τον πολιτικό αγώνα, αλλά αντίθετα περιμένουν κάποιον να τους πείσει ώστε να πάψουν να είναι αναποφάσιστοι…
Σύγκλιση, όχι μεμονωμένη αναφορικά με ένα ζήτημα που είναι φυσιολογικό και απαραίτητο, αλλά ευρύτερη σύμπλευση των μεγαλυτέρων κομμάτων της χώρας, αυτών που κυβέρνησαν την Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες και ευθύνονται για το σημερινό κατάντημα, ενίσχυσε στο μυαλό των συμπατριωτών μας τη θέληση για διαιώνιση της σημερινής κατάστασης. Η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μεταξύ 2012-2015 αποτύπωσε, πιστά, τη συνέργεια στην καταστροφή των τελευταίων δεκαετιών.
Αν ένα λαϊκό, συντηρητικό κόμμα επιθυμεί να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τόπο και να αλλάξει τη θεματολογία και τη δομή του δημόσιου διαλόγου, κατ’ εξοχήν προνομιακό πεδίο της Αριστεράς, χρειάζεται ταυτότητα. Όσο μεγαλύτερες αλλαγές, μια τέτοια παράταξη θα επιδιώξει, τόσο πιο μεγάλη αντίσταση θα συναντήσει και άρα πιο συγκροτημένες προτάσεις οφείλει να διαθέτει.
Μια διευκρίνιση. Με τον όρο ιδεολογία δεν προκρίνουμε ένα μονολιθικό σύστημα διατάξεων, οι οποίες θα ρυθμίζουν κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης. Κάτι τέτοιο θα καταντούσε τυραννικό. Εννοείται ως συγκεκριμένες αρχές, λίγες, οι φορείς των οποίων θα πρέπει, με συνέπεια, να τις ακολουθούν όχι, μόνο, διακηρυκτικά αλλά έμπρακτα αποδεχόμενοι και ότι αυτές συνεπάγονται. Το ζήτημα της συνέπειας είναι πρώτιστης σημασίας. Ο σημερινός αποπροσανατολισμός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας έγκειται, ακριβώς, στο ότι το πολιτικό προσωπικό πράττει διαφορετικά από τις θεωρητικές διακηρύξεις των κομμάτων τους. Παραδείγματα ασυνέπειας από το κόμμα της ΝΔ πολλά.
Η «παράταξη της οικογένειας» φορολόγησε εξοντωτικά την ελληνική οικογένεια οδηγώντας σε διάλυση πολλές από αυτές. Η παράταξη της επιχειρηματικότητας έπνιξε δεκάδες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις νομοθετώντας υπέρ μεγάλων πολυεθνικών. Η «εθνική παράταξη» έχει αποδεχθεί τη σύνθετη ονομασία των Σκοπίων (με τη συμπερίληψη της λέξεως Μακεδονία) και τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία για την Κύπρο. Η «εθνική παράταξη» ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ στις νομιμοποιήσεις λαθρομεταναστών. Η ΝΔ νομοθέτησε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, όργανο επιβολής της πολιτικής ορθότητας της Αριστεράς. Συζητήσεις με τους εκπροσώπους του ψευδοκράτους των κατεχομένων στην Κύπρο στην Αθήνα την Άνοιξη του 2013. Βιβλίο της ε΄ Δημοτικού από την κ. Γιαννάκου. Αμφίσημη στάση του κόμματος αναφορικά με το σχέδιο Ανάν στην Κύπρο το 2004. Δήλωση Μ. Βαρβιτσιώτη περί αναφαίρετου δικαιώματος να καίει κάποιος την ελληνική σημαία και άλλα πολλά.
Καταληκτικά Σχόλια
Η ΝΔ όπως και το ΠΑΣΟΚ έχουν υποστεί ήττες, το μέγεθος των οποίων συνηγορούν υπέρ της αποχώρησης τους από το προσκήνιο. Έχουν χρεωκοπήσει πολιτικά και οικονομικά. Η αδυναμία της ΝΔ να πραγματοποιήσει εσωκομματικές εκλογές αποτελεί απόδειξη της ανυποληψίας στην οποία έχει περιπέσει το κόμμα. Η προσδοκία ότι σε λίγο καιρό, με πειστικότερους και πιο επικοινωνιακούς εκφραστές και με την… καλύτερη χρήση της τεχνολογίας θα είναι σε θέση να ηγηθεί της χώρας δεν πείθει.
Η παγκοσμιοποίηση από διαδικασία, η οποία θα ακύρωνε το έθνος-κράτος έχει επαναφέρει το τελευταίο στο επίκεντρο. Μια λαϊκή, συντηρητική παράταξη, η οποία θα έχει στον πυρήνα της το έθνος-κράτος, έχουσα ως σκοπό την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική δικαιοσύνη, μακριά από το όνειρο της ομοσπονδιοποιημένης ΕΕ, μπορεί πιο πιστά από άλλους κομματικούς χώρους να εκφράσει αυτή την επιστροφή στο εθνικό και οικείο. Το ζήτημα είναι πως ορίζει κάποιος μια λαϊκή, συντηρητική παράταξη. Ένα μεταπρατικό φιλελεύθερο μόρφωμα σε μόνιμη αναντιστοιχία με τη λαϊκή του βάση όπως συμβαίνει επί δεκαετίες με τη ΝΔ; Ένας μεσαιοχωρήτικος συνασπισμός τζακιών; Ένα ξενόδουλο κόμμα που θα εφαρμόζει πιστά τις πρόνοιες των Μνημονίων από το φόβο μην τυχόν του κλέψει τη δόξα η Τρόικα; Ή μια λαϊκή παράταξη με ξεκάθαρα εθνικά χαρακτηριστικά, παράταξη η οποία θα αποδομήσει συγκροτημένα και υπεύθυνα, χωρίς να χλευάζει, χωρίς να διχάζει και αποδεχόμενη τις ιστορικές ευθύνες της μεταπολεμικής Δεξιάς, τις ιερές αγελάδες της αριστερής πολιτικής ορθότητας (πολυπολιτισμική κοινωνία, επιθέσεις στην Εκκλησία και γελοιοποίηση του θρησκευτικού αισθήματος και της μεταφυσικής ανησυχίας των συμπατριωτών μας και πολλά άλλα) που θα αφιερώσει όλες τις δυνάμεις τις για την απεξάρτηση από την εθνοκτόνα πολιτική των Μνημονίων και που, συνεπακόλουθα, θα απομακρύνει και το πολιτικό προσωπικό που υπηρέτησε αυτή την πολιτική;