
Ιωάννης Σ. Λάμπρου
Πλείστα τα επί μέρους ζητήματα, που σχετίζονται με το ζήτημα συμμετοχής των αποδήμων Ελλήνων στις εκλογές της ελλαδικής πολιτείας, όποτε το τελευταίο επανέρχεται στο προσκήνιο με νομοθετικές πρωτοβουλίες της εκάστοτε κυβέρνησης. Αναδείχθηκαν τόσο το χρονικό διάστημα πριν από την ψήφιση του σχετικού νόμου 4648/2019, το Δεκέμβριο του 2019, όσο και κάθε φορά που συζητείται το ενδεχόμενο τροποποιήσεως του προαναφερόμενου νόμου, όπως έγινε πρόσφατα με σχετική πρωτοβουλία του υπουργείου Εσωτερικών.[1]
Η ύπαρξη ή μη ειδικού ψηφοδελτίου αποδήμων ή η συμπερίληψή τους – όπως και έγινε τελικά- στο ψηφοδέλτιο επικρατείας. Ο συνυπολογισμός των ψήφων ή όχι στο συνολικό αποτέλεσμα, ο αριθμός των εκλεγέντων βουλευτών από τους απόδημους, η αποδοχή ή όχι της επιστολικής ψήφου, το ζήτημα της προθεσμίας για την εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους ή η εφαρμογή της γενικής διάταξης περί εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους έως και την προηγούμενη των εκλογών. Απάντηση στα παραπάνω δόθηκε με τον προαναφερθέντα νόμο, αλλά, όπως φάνηκε από το προ εβδομάδων σχέδιο νόμο του υπουργείου Εσωτερικών, το ζήτημα συνεχίζει να προκαλεί αντιπαραθέσεις. Συγκεκριμένα, το κυβερνητικό νομοσχέδιο προέβλεπε την άρση των προϋποθέσεων που εισήγαγε το νόμος 4648/2019 για την εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση έθεσε ως όρο τη συγκρότηση τεσσάρων νέων εκλογικών περιφερειών (Ευρώπης, Βόρειας, Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, Χωρών Ωκεανίας-Άπω Ανατολής και Υπολοίπων Χωρών) σε μια ενιαία λίστα.
Αν και σκοπός του σύντομου αυτού σημειώματος δεν είναι η παρουσίαση των προνοιών του ψηφισθέντος νόμου, ενδεικτικά αναφέρονται ορισμένα στοιχεία.
Ο αριθμός των βουλευτών Επικρατείας αυξάνεται σε 15 από 12, ενώ κάθε κόμμα θα διαθέτει τουλάχιστον 3 υποψήφιους βουλευτές του εξωτερικού στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας με τον ένα από αυτούς να καταλαμβάνει μία εκ των τριών πρώτων θέσεων, ώστε να ενισχύονται οι πιθανότητες εκλογής τους.
Προβλέπεται, για πρώτη φορά, η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος με αυτοπρόσωπη παρουσία του εκλογέα σε εκλογικά τμήματα (πρεσβείες και προξενεία), αλλά και σε λοιπούς χώρους των οργανώσεων απόδημων. Ο δε ελάχιστος αριθμός συγκρότησης εκλογικού τμήματος ορίζεται σε σαράντα εκλογείς.
Η ψήφος των αποδήμων εκλογέων, που ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα στην αλλοδαπή, θεωρείται ισότιμος αναφορικά με την προσμέτρησή του στο συνολικό εκλογικό αποτέλεσμα και στην συνακόλουθη κατανομή των εδρών.
Δικαίωμα εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους διαθέτουν όσοι εκλογείς έχουν ζήσει δύο χρόνια στην Ελλάδα από τα τελευταία 35 χρόνια και έχουν υποβάλει παράλληλα φορολογική δήλωση Ε1 ή Ε2 ή Ε3 ή Ε9 είτε το τρέχον είτε το προηγούμενο φορολογικό έτος. Δεν έχουν υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης όσοι δεν έχουν συμπληρώσει τα 30 έτη συγγενής α΄ βαθμού των οποίων έχει υποβάλλει, κατά το τρέχον έτος ή το προηγούμενο φορολογικό έτος. Με την πρόνοια αυτή, αν οι επόμενες εκλογές διενεργηθούν βάσει εξάντλησης της τετραετίας (Ιούλιος 2023), θα αποκλεισθούν όσοι έφυγαν από την Ελλάδα το 1988 και πριν.
Συστήνεται Ειδική Διακομματική Επιτροπή στο υπουργείο Εσωτερικών στην οποία μετέχουν τόσο εκπρόσωποι κομμάτων, όσο και του Συνηγόρου του Πολίτη, ο οποίος και θα εισηγείται επί θεμάτων ενστάσεων.
Η συζήτηση για τη συμμετοχή των αποδήμων στο πολιτικό γίγνεσθαι της ελλαδικής πολιτείας μαρτυρά και τη στάση που έχει το πολιτικό σύστημα αναφορικά με το πώς προσεγγίζει την έννοια της πατρίδας: συμβατικά περιορισμένη στα στενά όρια του ελλαδικού κράτους ή διευρύνοντάς την, δημιουργώντας εν τοις πράγμασι μια Εκκλησία του Δήμου του έθνους των Ελλήνων ανά την Οικουμένη; Προτεραιότητα στο Έθνος ή στο Κράτος; Σχετική της πρώτης προσέγγισης η προκήρυξη της Νέας Δημοκρατίας, από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 4 Οκτωβρίου 1974:
«Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξις που ταυτίζει το έθνος με τον λαόν, την πατρίδα με τους ανθρώπους της, την πολιτεία με τους πολίτες της, την εθνική ανεξαρτησία με τη λαϊκή κυριαρχία, την πρόοδο με το κοινό αγαθό, την πολιτική ελευθερία με την έννομη τάξη και την κοινωνική δικαιοσύνη ».[2]
Μια τέτοια ανιστόρητη προσέγγιση, η οποία περιορίζει το Έθνος στο εκλογικό σώμα σαφώς περιστέλλει τις δυνατότητες, τις προοπτικές και το ιστορικό βάθος των Ελλήνων. Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό το ελλαδικό πολιτικό σύστημα θα δεχθεί ως ισότιμο εταίρο του τον Ελληνισμό εκτός συνόρων. Ιδιαίτερα, αν ο τελευταίος θα μπορεί να καθορίσει το κόμμα που θα αναλάβει την κυβερνητική αρχή και τη σύνθεση της Βουλής. Αυτό συνιστά το θεμελιώδες ερώτημα το οποίο θα πρέπει να απαντηθεί. Από τη συμπερίληψη των αποδήμων στο ψηφοδέλτιο επικρατείας και όχι στους ανά περιφέρεια εκλογικούς καταλόγους και στη μη αποδοχή της επιστολικής ψήφου διαφαίνεται πως τίθενται σαφείς περιορισμοί ως προς την αποφασιστικότητα και σημασία της ψήφου των αποδήμων. Σε αρχικό στάδιο αυτό, ίσως, να αποτελεί μια συνετή πολιτική λόγω της δυνατότητας, για πρώτη φορά, συμμετοχής στις εκλογές από τις χώρες διαμονής. Η συμμετοχή των αποδήμων δύναται να οδηγήσει σε επαναξιολόγηση της διαδικασίας σε μερικά χρόνια.
\Το προαναφερόμενο δίλημμα, όμως, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Θα επανέρχεται ξανά και ξανά. Τι περιεχόμενο δίνουμε ως κοινωνία στην έννοια της πατρίδας; Ποιους περιλαμβάνει; Τους ανθρώπους που τυγχάνει να βρίσκονται στο έδαφός της ή εκείνους οι οποίοι, ανεξάρτητα από τον τρόπο διαμονής, αποτελούν σώμα και ψυχή αυτού του Έθνους;
Δυστυχώς, ως κοινωνία, έχουμε από καιρό δώσει την απάντηση. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, προ πανδημίας, επισκέπτονταν κάθε χρόνο την Τουρκία καίτοι γνωστή η πολιτική της σε ομογενείς της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου, της Τενέδου και, φυσικά, έναντι των Ελλήνων της Κύπρου. Απρόσκοπτα, στις καθημερινές μας συναλλαγές, συνεργαζόμαστε με (Τουρκ)Αλβανούς, γνωρίζοντας τόσο την στάση τους ως λαού έναντι των Ελλήνων, αλλά και την αλβανική κρατική πολιτική απέναντι στην Ελληνική Εθνική Μειονότητα.
Ωσάν τα δεινά του Μικρασιατικού, Κυπριακού και Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού να μην μας αφορούν. Ωσάν να πρόκειται για άλλο λαό ξένο προς εμάς. Καθημερινά μικραίνουμε την πατρίδα μας στα ελλαδικά σύνορα, διαχωρίζοντας τη θέση μας από τους αδελφούς μας σε Τουρκία, Κύπρο και Αλβανία. Δεν είναι μόνο η στάση του πολιτικού συστήματος, αλλά της ίδιας της κοινωνίας.
Η ευκολία με την οποία αποδεχόμαστε με καλή θέληση και προαίρεση λαούς οι οποίοι αποδεδειγμένα έχουν διαχρονικά προκαλέσει δεινά σε ομοεθνείς μας δεν αποτελεί, δυστυχώς, ένδειξη ανωτερότητας ή εθνικής αυτοπεποίθησης αλλά απόδειξη βαθέως φόβου και απουσία θέλησης για αγώνα και αντίσταση.
Ένδειξη μιας κοινωνίας που πεθαίνει.
[1] Ο νόμος 4648/2019 ψηφίστηκε επί της αρχής από 288 βουλευτές επί 296 παρόντων ( 7 κατά, ένας παρών). Βλέπε σχετικά, Νόμος 4648/2019 – ΦΕΚ 205/Α/16-12-2019, «Διευκόλυνση άσκησης εκλογικού δικαιώματος εκλογέων που βρίσκονται εκτός Ελληνικής Επικράτειας και τροποποίηση εκλογικής διαδικασίας». Διαθέσιμο εδώ, https://www.e-nomothesia.gr/kat-bouli-bouleutes/nomos-4648-2019-phek-205a-16-12-2019.html
[2] Ιδρυτική Διακήρυξη 4ης Οκτωβρίου 1974. Διαθέσιμη εδώ, https://nd.gr/idrytiki-diakiryxi.
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Άμυνα και Διπλωματία, τεύχος Ιουλίου – Αυγούστου 2021.